Τετάρτη 28 Ιανουαρίου 2015

ΓΙΑ ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗΤου Γεωργίου Α. Δαουτοπούλου
Καθηγητού Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης


Τις τελευταίες εβδομάδες η ελληνική κοινωνία παρακολουθεί εμβρόντητη τα διαδραματιζόμενα στα Γυμνάσια και Λύκεια της χώρας. Οι καταλήψεις, οι αποκλεισμοί των δρόμων και οι βανδαλισμοί στα σχολεία δείχνουν περίτρανα το μέγεθος της κρίσης. Οι μαθητές ζητούν την κατάργηση της μεταρρύθμισης και την παραίτηση του Υπουργού Παιδείας. Σε όλα αυτά οι τοπικές κοινωνίες παραμένουν απαθείς παρά το γεγονός ότι το θέμα τους αφορά άμεσα.
            Σε μερικούς συμπολίτες, τα παραπάνω φαινόμενα φαίνεται να εντάσσονται στο γενικότερο κλίμα που χαρακτηρίζει, τα τελευταία χρόνια, την Ελληνική κοινωνία. Έντονη διεκδίκηση από κοινωνικές ομάδες, αδιαφορώντας για τις επιπτώσεις των αγώνων τους σε άλλες ομάδες και σχεδόν πάντα με αντίπαλο το Κράτος που εκπροσωπείται από την εκάστοτε Κυβέρνηση. Έτσι και τώρα, ο Υπουργός Παιδείας δέχεται τα πυρά ωσάν η μεταρρύθμιση να είναι προσωπική του υπόθεση και καλείται ο ίδιος «να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά».
            Μα για όνομα του Θεού, η παιδεία δεν είναι υπόθεση όλων μας; Και προπαντός των τοπικών κοινωνιών και των ηγεσιών τους;. Ας δούμε για λίγο τα εκπαιδευτικά μας θέματα από μια άλλη σκοπιά που πιθανόν να μας εξηγήσει καλύτερα τα διαδραματιζόμενα και να μας δώσει παράλληλα τους άξονες για μια άλλη πορεία στα εκπαιδευτικά θέματα.
            Όπως και πολλά άλλα θέματα της καθημερινής μας ζωής, έτσι και το ζωτικό θέμα της παιδείας, αντιμετωπίζονται με μια συγκεντρωτική και απαράδεκτα ομοιόμορφη αντίληψη. Η επιλογή, οι διορισμοί και η εξέλιξη των εκπαιδευτικών αντιμετωπίζονται από μια συγκεντρωτική δομή που παραβλέπει το ρόλο της τοπικής κοινωνίας. Ο Δάσκαλος ή ο Καθηγητής δεν έχει να δώσει λόγο στην τοπική κοινωνία για την ποιότητα και πληρότητα του προσφερόμενου εκπαιδευτικού του έργου. Πολύ συχνά είναι διαβατάρης. Δεν ζει μεταξύ των μελών της τοπικής κοινωνίας και προσβλέπει σε μια μετάθεση ή απόσπαση στο μεγάλο αστικό κέντρο. Εδώ βέβαια και πολύ καιρό ουδείς τον αξιολογούσε. Αλλά αν εισάγουμε μια αξιολόγηση που θα αγνοεί την τοπική κοινωνία νομίζουμε ότι δεν θα έχουμε βελτιώσει το σύστημα. Τελικός κριτής και αξιολογητής όλων μας είναι η κοινωνία και όχι ένας απρόσωπος κυβερνητικός αξιωματούχος που ενδεχόμενα υπακούει σε άλλα κριτήρια και σκοπιμότητες που τελικά δεν υπηρετούν τα μακροχρόνια συμφέροντα της τοπικής κοινωνίας. Αν βέβαια αμφιβάλλετε για την ικανότητα της τοπικής κοινωνίας να κρίνει την ποιότητα του εκπαιδευτικού έργου, δεν έχετε παρά να επισκεφθείτε μια οποιαδήποτε ελληνική κοινότητα και να ρωτήσετε τους κατοίκους της να σας πουν αν πέρασε από την κοινότητά τους ένας αξιόλογος εκπαιδευτικός. Θα τους ακούσετε να μνημονεύουν το όνομά του και να απαριθμούν τους λόγους που έκαναν το έργο του σπουδαίο.
            Το ίδιο συμβαίνει και με τα προγράμματα διδασκαλίας. Ομοιόμορφα και με έντονο αστικό χαρακτήρα που αγνοεί τις ιδιαιτερότητες των ελληνικών περιοχών. Σε μια χώρα όπου το φυσικά και πολιτιστικά στοιχεία παραλλάσσουν και μάλιστα σε μικρές αποστάσεις, είναι παράλογο να διαμορφώνεις ένα ενιαίο και ομοιόμορφο περιεχόμενο στην εκπαιδευτική διαδικασία. Γιατί ο νησιώτης ή ο Ηπειρώτης μαθητής να διδάσκονται τα ίδια απαράλλαχτα θέματα; Σε μια περιοχή, όπως για παράδειγμα η Σύρος, δεν πρέπει οι μαθητές να διδάσκονται τη ναυτική τέχνη (Ναυσιπλοϊα, ναυπηγική, διαχείριση και προστασία θαλάσσιων πόρων, κλπ). Γιατί οι ταρσανάδες πρέπει να κλείσουν; Η τοπική κοινωνία πρέπει να χρησιμοποιήσει το εκπαιδευτικό σύστημα για να μεταβιβάσει γνώσεις και δεξιότητες που είναι απαραίτητες για τη διαδοχή των μελών της και όχι γνώσεις και δεξιότητες που μας προετοιμάζουν για μια ζωή στην πόλη και μάλιστα τη μεγαλούπολη. Το περιεχόμενο λοιπόν της εκπαιδευτικής διαδικασίας μπορεί να παραλλάσσει σε ένα ποσοστό 20-30% του διδακτικού έργου, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες της κάθε περιοχής και αφήνοντας στην τοπική κοινωνία τη φροντίδα να επιλέξει αυτό το περιεχόμενο και τους εκπαιδευτικούς που θα το υπηρετήσουν.
            Το Υπουργείο Παιδείας να περιοριστεί σε επιτελικό ρόλο, θέτοντας τους κανόνες και προάγοντας την άμιλλα μεταξύ των εκπαιδευτικών μονάδων. Πριν από λίγους μήνες ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματα των εισαγωγικών εξετάσεων για τα ΑΕΙ και ΤΕΙ της χώρας. Αν ο κ. Υπουργός, ζητούσε από τη μηχανογραφική υπηρεσία του Υπουργείου του, θα μπορούσε να είχε σε λίγα λεπτά στο γραφείο του τα ονόματα των 3 Λυκείων της χώρας που είχαν το μεγαλύτερο ποσοστό επιτυχίας. Η πρωτιά αυτών των Λυκείων δεν είναι τυχαία, αλλά δείχνει προφανώς πως σε αυτά τα Λύκεια επικράτησε η ακαδημαϊκή εκείνη ατμόσφαιρα που προάγει τη μάθηση. Αυτά τα Λύκεια (μαθητές και εκπαιδευτικό προσωπικό) δεν έπρεπε να βραβευθούν ηθικά και υλικά για να βελτιώσουν την υλικοτεχνική τους υποδομή και προάγουν ακόμη περισσότερο την εκπαιδευτική διαδικασία;. Αν μάλιστα τους δεξιώνονταν και η Πολιτεία στην Αθήνα, με επικεφαλής τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ακόμη καλύτερα. Θα είχαμε δώσει στη νεολαία μας ένα πολύ θετικό πρότυπο που τόση έχει ανάγκη.
            Ιδωμένη λοιπόν από το πρίσμα της Τοπικής Ανάπτυξης και των αρχών της, η παρουσιαζόμενη ως εκπαιδευτική μεταρρύθμιση δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια απλή εκσυγχρονιστική προσπάθεια που, όπως και οι προηγούμενες, θα διαρκέσει όσο και η παραμονή του σημερινού Υπουργού Παιδείας στη θέση του. Μήπως είναι καιρός να δώσουμε στην τοπική κοινωνία, πέραν από τη φροντίδα των κτιριακών εγκαταστάσεων, και μέρος της ευθύνης για το τι συμβαίνει μέσα στις αίθουσες διδασκαλίας; Σε ένα τέτοιο σχολείο οι καταλήψεις και πολύ περισσότερο οι βανδαλισμοί θα είναι άγνωστοι, η τοπική κοινωνία δεν θα παραμένει απαθής και η ευγενής άμιλλα μεταξύ των Σχολείων θα συμβάλλει σε μια καλύτερη παιδεία και τελικά σε μια καλύτερη κοινωνία.

Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ αφιέρωμα στην Παιδεία 6/1/1999


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου